- διακεκαυμένος
- -η, -οδιάπυρος, υπερβολικά θερμός: Η «διακεκαυμένη ζώνη» της Γης βρίσκεται στον ισημερινό.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
διακεκαυμένος — η, ο βλ. διακαίω … Dictionary of Greek
διακεκαυμένος — διακαίω burn through perf part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
OGMIUS — Hercules a Gallis sic dictus. Lucian. in Herc. Τὸν Η῾ρακλέα οἱ Κελτοὶ Ο῎τμιον ὀνομάζουσι φωνῇ τῇ ἐπικωρίῳ, Ogmion, i. e. Gap desc: Hebrew agemion. Barbaios et peregrinos ita nominant, in quit Bochart. l. 1. Chanaan, c. 42. Nempe, vel ex Phoenice… … Hofmann J. Lexicon universale
διακαίω — (AM διακαίω) 1. (μτχ. παθ. παρακμ.) φρ. «διακεκαυμένη ζώνη» (Α και «διακεκαυμένος κύκλος») η θερμή περιοχή τής γήινης σφαίρας γύρω από τον Ισημερινό, μεταξύ τού τροπικού τού Καρκίνου και τού τροπικού τού Αιγόκερω 2. πυρακτώνω τελείως, θερμαίνω… … Dictionary of Greek
ԲՈՑԱՇՈՒՆՉ — ( ) NBH 1 509 Chronological Sequence: Early classical ա. Շնչօղ զբոց. հրաշունչ. տօթագին. տապախառն. ... որպէս այրեցած գօտին. ըստ յն. διακεκαυμένος *Որ ʼի ստորին աշխարհին հարաւոյ բնակեալք իցեն՝ սահմանակիցք բոցաշունչ աշխարհին. Վեցօր. ՟Զ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)